Μόλις είχα γυρίσει από τα ψώνια του γιορτινού τραπεζιού. Τα σχολεία είχαν κλείσει . Τα παιδιά ήταν σπίτι .Καρτερούσαν την άφιξη του καναπέ. Καφέ το χρώμα του σαν το χρώμα της ζεστής σοκολάτας . Γονείς , αδέρφια , συγγενείς καθίσαν και ζεσταθήκαν στη γωνιά του .
Συζητήσεις με αγάπη αλλά και ένταση ειπώθηκαν .
-Γι αυτό σου λέω παιδί μου μου και να με ακούσεις. Μου είχε πει πριν καιρό η μάνα μου!
Μην γίνεσαι δέσμιος του καναπέ. Βγές απ την άνεσή που σου προσφέρει. Κυνήγησε τα όνειρά σου με όλη σου την ορμή. Πήγαινε κόντρα στο ρεύμα. Ποτέ μην κρίνεις ανθρώπους. Μπες στα παπούτσια τους.
Αγάπησε.
Συγχώρεσε.
Τόλμησε.
Να θυμάσαι η οικογένειά σου και οι φίλοι σου είναι ότι πολυτιμότερο έχεις. Φρόντισε τους .
Και προπάντων έχε τούτο σαν φυλαχτό . Τα παιδιά δεν θέλουν συμβουλές. Παράδειγμα θέλουν. Να προσεύχεσαι γι αυτά . Έτσι τα αγκαλιάζεις πνευματικά. Η πίστη σου και η ελπίδα σου να μη χαθεί. Δόξα τω Θεώ να λες σε κάθε δυσκολία που θα έχεις. Ευγνωμοσύνη για τα εύκολα αλλά και για τα δύσκολα.
Μην ΠΑΡΑΙΤΕΊΣΑΙ .
Βρες τη δύναμη μέσα από την Πίστη σου.
Συνέχισε τον αγώνα σου.
Η γιαγιά μου σηκώθηκε απ την καρέκλα της. Έριξε ένα σάλι στη πλάτη της και έσυρε το βήμα της μέχρι τη βεράντα.
Ένα αεράκι φύσηξε σαν αύρα καλοκαιριού και χάιδεψε γλυκά το πρόσωπό της.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου